Επιτελικές αντινομίες
TA NEA 31/72019
Το νομοσχέδιο για το λεγόμενο «επιτελικό κράτος» που κατατέθηκε αυτές τις μέρες στη Βουλή αποδεικνύει την καλή προετοιμασία και τις καλές προθέσεις της κυβέρνησης και εκθέτει ως αστήρικτες τις αιτιάσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης περί αυθαιρεσιών και κομματικοποίησης. Ενοποιεί διάσπαρτες διατάξει (παρότι κάποιες από αυτές, ιδίως για την κυβέρνηση, προβλέπονται απευθείας στο Σύνταγμα και άλλες, όπως για τα αρχεία του Πρωθυπουργού, είναι υπερβολικά λεπτομερειακές), θέτει χρήσιμους γενικούς κανόνες (παρότι το πρόβλημα δεν είναι η έλλειψη κανόνων αλλά η έλλειψη εφαρμογής) και προσπαθεί να εξορθολογίσει τη λειτουργία του κράτους. Φοβούμαι όμως ότι αδικείται από τις εσωτερικές αντιφάσεις του.
Πρώτη αντινομία: ονοματίζει, προσδιορίζει και οργανώνει το «επιτελικό κράτος», αλλά το αποτέλεσμα είναι ένα μη ευέλικτο κράτος. Είναι πολύ θετική η πρόβλεψη διαδικασιών προγραμματισμού, παρακολούθησης και αξιολόγησης του κυβερνητικού έργου. Όμως, από οργανική άποψη, το προτεινόμενο μοντέλο έχει υπερβολικά πολλά Υπουργεία, υπερβολικά πολλά κυκλώματα εξουσίας (Πρωθυπουργικό, υπουργικά, συντονιστικά), υπερβολικά πολλούς Γραμματείς (Γενικούς, Ειδικούς, Υπηρεσιακούς), υπερβολικά πολλές επικαλύψεις αρμοδιοτήτων (ειδικά στο συντονιστικό επίπεδο, όπου θα συνυπάρχουν η Προεδρία της Κυβέρνησης, μια ειδική Υπηρεσία εντός κάθε Υπουργείου, μια ειδική Γραμματεία Παρακολούθησης Κυβερνητικού Έργου, η νεοϊδρυόμενη Πολιτική Επιτροπή Παρακολούθησης και το επίσης νεοϊδρυόμενο, εντός της Εθνικής Επιτροπής Διαφάνειας, Εθνικό Συντονιστικό Όργανο). Η τόσο πληθωρική «επιτελικότητα» κινδυνεύει να στραφεί κατά της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας.
Δεύτερη αντινομία: η νέα διάρθρωση έχει σκοπό να υπηρετήσει την αποκέντρωση αρμοδιοτήτων αλλά δημιουργεί δυο υπερσυγκεντρωτικές δομές: την Προεδρία της κυβέρνησης, που ονομάζεται «υπηρεσία», είναι όμως στην πραγματικότητα ένα Υπερ-υπουργείο με έξι Γενικές γραμματείες και πολυπληθές μόνιμο και «πολιτικό» προσωπικό, και την Εθνική Αρχή Διαφάνειας, που συγκεντρώνει τις αρμοδιότητες και τις αποστολές έξι υπαρχόντων ελεγκτικών μηχανισμών, τις εκτείνει σε όλων των βαθμών και των ειδών τις κρατικές δομές (ακόμα και σε ιδιωτικούς φορείς που συναλλάσσονται με το κράτος, κάτι που δεν είναι βέβαιης συνταγματικότητας) και ενισχύει τον αστυνομικό και συντονιστικό τους ρόλο. Ο κίνδυνος εδώ είναι ολόκληρο το επιτελικό κράτος να παραλύσει –αναμένοντας ή φοβούμενο τη δράση των δύο θεωρητικά χρήσιμων μαστοδόντων. Και όπως ορθά παρατήρησε στη Βουλή ο εισηγητής του ΚΙΝΑΛ Χάρης Καστανίδης, ο γιγαντισμός αυτός αποδυναμώνει την κατά τα άλλα επίδειξη εμπιστοσύνης αφενός μεν στην τοπική αυτοδιοίκηση, αφετέρου δε στην ιεραρχία των υπουργείων.
Αντινομία τρίτη και συμβολικότερη: ο νόμος θέτει αρχές καλής διακυβέρνησης, κάποιες από τις οποίες, όμως, δεν τηρεί ο ίδιος. Γιατί, ενώ ορθά προβλέπεται διαγωνιστική διαδικασία, να αποφασίζει στο τέλος μόνος ο Πρωθυπουργός για τον επικεφαλής της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας; Και γιατί άραγε έπρεπε, στο όνομα της ταχύτητας, να εξαφανιστεί το στάδιο της διαβούλευσης, το οποίο το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, σε δύο σημεία (άρθρα 19 και 63), θεσπίζει ως απαράβατο όρο χρηστής διοίκησης; Θα ήταν καλή ευκαιρία να ξεφύγουμε, ειδικά με την τόσο σημαντική και χρονικά πρώτη νομοθετική πρωτοβουλία της νέας κυβέρνησης, από τη λογική «και οι άλλοι τα ίδια έκαναν». Δυο βδομάδες «καθυστέρησης» θα έδιναν άλλο σήμα –και μπορεί να γλίτωναν και από κάποιες προχειρότητες.