Παπα-κράτος

Φιλελεύθερος 17/05/2019
Η συζήτηση αυτής της εβδομάδας για το ωράριο και την προστασία της εργασίας, ακόμα και αν ειδωθεί ως ποιοτική βελτίωση σε σχέση με τους πολακισμούς, τις κοτερολογίες και τις πατροκτονίες των προηγούμενων ημερών, και πάλι θλίβει βαθιά. Γιατί αναδεικνύει τις παθογένειες του δημοσίου διαλόγου και κυρίως τις συνειδητές διαστρεβλώσεις στις οποίες τον υποβάλλει η κυβέρνηση.
Πρώτα η διαστρέβλωση της πραγματικότητας: ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στο πλαίσιο μιας συζήτησης κατά την οποία σκοπό είχε να φέρει επιτέλους στην επιφάνεια κάποια θέματα ουσίας –σε εκλογές πάμε, όχι σε συνεδρίαση δεκαπενταμελούς-, ανέφερε το παράδειγμα της επιχείρησης Παπαστράτος ως έναν από τους πιθανούς δρόμους για να βελτιωθεί η οικονομική αποτελεσματικότητα μιας μονάδας και, κατ’ επέκταση, της χώρας. Αν συμφωνήσουν εργοδότες και εργαζόμενοι, μπορούν να βρουν λύσεις έξω από την πεπατημένη αλλά όχι έξω από τη νομιμότητα: η εργασία την Κυριακή δεν αφορούσε όλους τους υπαλλήλους και δεν νοούνταν επιπλέον της «κανονικής» εργασίας. Η επιχείρηση είναι αυτή που μένει ανοικτή, στη βάση αυτής της συμφωνίας, επτά ημέρες την εβδομάδα και προφανώς κανένας υπάλληλος δεν δουλεύει, και μάλιστα υποχρεωτικά, επτά ημέρες την εβδομάδα. Στα κυβερνητικά χείλη το παραπάνω σχήμα εμφανίστηκε ως απόδειξη της «κοινωνικής αναλγησίας» της αξιωματικής αντιπολίτευσης –ενώ το είχε συνομολογήσει το αρμόδιο Υπουργείο- και ως «κοινωνικός Μεσαίωνας», υπονοώντας ότι δήθεν η συμφωνία περιείχε κάμψη των εργατικών δικαιωμάτων, ιδίως δε των κανόνων για το ωράριο εργασίας. Πιο εντυπωσιακή, και πιο αποκαλυπτική, ήταν η άρνηση –ακόμα χειρότερα: η άρνηση ότι το είπε την ώρα που το έλεγε- της Υπουργού Εργασίας να διευκρινίσει όχι μόνο τι πραγματικά έλεγε η συμφωνία αλλά και ότι η ίδια την είχε εγκρίνει.
Ύστερα η διαστρέβλωση μέσω της ιδεολογικοποίησης. Απελπισμένη για έναν «αριστερό» αντιπερισπασμό, η κυβέρνηση μύρισε αίμα: να που μέσα από αυτή την ιστορία θα αποκαλυπτόταν το «νέο-φιλελεύθερο» γονίδιο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το οποίο μάλιστα ως τώρα έκανε προσπάθεια να το κρατήσει καλά κρυμμένο. Μόνο που η άτιμη η ιδεολογία όταν στηρίζεται σε σαθρές βάσεις γυρίζει μπούμερανγκ. Γιατί αυτό που αποκάλυψε η κυβερνητική βιασύνη ήταν η μη αποδοχή συμφωνημένων λύσεων για το κοινό καλό, η έλλειψη ευελιξίας, η φραστική μόνο προσκόλληση στα «δικαιώματα» ξεχνώντας ότι το βασικό δικαίωμα είναι η ελευθερία και στην ελευθερία αυτή ανήκει και η δυνατότητα να διαμορφώνεις, τηρώντας τους νόμους, τον τρόπο επιχειρηματικής διεκδίκησης της ευημερίας ή της χρεοκοπίας, της στασιμότητας ή της προόδου. Στη λαχτάρα της για ένα κράτος από το οποίο θα περνούν τα πάντα, ώστε να μπορεί η ίδια να αναδιανέμει τη φτώχεια, η κυβέρνηση βάφτισε «υπεράσπιση δικαιωμάτων» την καταπίεση της οικονομικής ελευθερίας και «Μεσαίωνα» τη μετάβαση στη σύγχρονη εποχή.
Προσωπικά δεν είμαι επ’ ουδενί οπαδός της μη ρύθμισης ή της λεγόμενης «αυτορρύθμισης» των αγορών, γνωρίζοντας καλά και από πρώτο χέρι πόσο συνέβαλαν στην παγκόσμια οικονομική κρίση και πόσο κοινωνικά άδικες είναι, αφού στα ερείπια τους καταπλακώνονται μόνο οι μη έχοντες. Είμαι όμως οπαδός της αλήθειας, οπαδός της ελευθερίας και οπαδός της προόδου, της μόνης που έχει νόημα: του κοιτάγματος μπροστά, της δημιουργίας και της παραγωγικότητας. Η κυβέρνηση απέδειξε για μια ακόμη φορά ότι δεν ανήκει σε αυτό το στρατόπεδο.