Τετραγωνισμός

Φιλελεύθερος 12/02/2019

Αυτό που κάνει το πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών δυσεπίλυτο, σχεδόν άλυτο, είναι ο συνδυασμός πολυπαραγοντικότητας και έλλειψης πολιτικής βούλησης.

Σε επίπεδο θεμάτων, συνυπάρχουν η μείωση των κόκκινων δανείων, στα οποία η Ελλάδα είναι θλιβερή πρωταθλήτρια Ευρώπης, η μέριμνα για δανειολήπτες που είτε πιάστηκαν στις δαγκάνες της «αλλαγής κατάστασης» είτε δεν μπορούν αντικειμενικά να πληρώσουν, οι ανάγκες των τραπεζών και γενικότερα της ελληνικής οικονομίας. Σε επίπεδο εμπλεκομένων, έχουμε τους «θεσμούς», ιδίως την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, την ελληνική κυβέρνηση, που κάθε άλλο παρά εκφράζεται με μια φωνή στο συγκεκριμένο ζήτημα, και τις τράπεζες, που κυρίως «καίγονται» αλλά και δεν μπορούν να κάνουν (σχεδόν) τίποτα μόνες τους. Και σε επίπεδο δημοσίων συμφερόντων συγκρούονται οι ανάγκες της εθνικής οικονομίας –αιμοδότηση επιχειρηματικότητας από τις τράπεζες, βελτίωση θέσης τραπεζών στις αγορές, άρση των capital controls-, η μέριμνα για κοινωνική προστασία –να μη εκπέσουν κάτω από κάποιο όριο και κυρίως να μη χάσουν τα σπίτια τους όσο περισσότεροι πολίτες γίνεται- και οι ανάγκες της συγκυρίας –μια δήθεν «αριστερή» κυβέρνηση σε αποδομή και σε προεκλογική περίοδο.

Τα κίνητρα και η ατζέντα των θεσμών είναι, φαινομενικά, απλά και σαφή: η σχετική έστω εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος μέσω μείωσης των κόκκινων δανείων αποτελεί πρώτη προτεραιότητα, ειδικά δε η αντικατάσταση του «νόμου Κατσέλη» για τη διευκόλυνση των δανειοληπτών έχει συμφωνηθεί και αποτελεί ανοιχτό προαπαιτούμενο, αφού η εποπτεία κάθε άλλο παρά έχει λήξει. Η κοινωνική διάσταση δεν αφήνει, κατά την καλύτερη εκδοχή, αδιάφορους τους θεσμούς, θεωρούν όμως ότι η κυβέρνηση είχε χρόνο και τον σπατάλησε. Αντίθετα η κυβέρνηση προβάλλει το κοινωνικό ζήτημα, τόσο για λόγους «αριστεροσύνης» όσο και για να δείξει (όχι να κάνει, γιατί δεν μπορεί να κάνει) «αντίσταση» ενόψει εκλογών. Γνωρίζει ότι τα κόκκινα δάνεια είναι χαίνουσα πληγή αλλά διαρκώς αναβάλλει την ουσιαστική αντιμετώπιση τους –εξ ου και η καθυστέρηση υλοποίησης κάποιου σχεδίου και η ύπαρξη, ακόμα και τώρα, δύο τουλάχιστον επίσημων εναλλακτικών (Τράπεζας της Ελλάδος και ΤΑΙΠΕΔ). Οι δε τράπεζες πιέζουν όσο μπορούν για λύση, δεν θέλουν ούτε να σκέπτονται νέα, υπό κανόνες μάλιστα bail-in, ανακεφαλαιοποίηση, γνωρίζουν καλά –και η ΕΚΤ φροντίζει να τους υπενθυμίζει- τα νούμερα, αλλά και δεν ξεχνούν ότι οι πολίτες –ακόμα και οι στρατηγικοί κακοπληρωτές- είναι πελάτες τους και η κυβέρνηση -ακόμα και αυτή η κυβέρνηση- αποτελεί βασικό μοχλό.

Προστίθενται σε αυτή την πολύπλοκη αλληλουχία μια σειρά από δύσκολες τεχνικές σταθμίσεις: συμμόρφωση με κανόνες και εξαιρέσεις ευρωπαϊκών στόχων για τα κόκκινα δάνεια, ύψος εισοδήματος-ορίου για παροχή προστασίας, αξία ακινήτων εκτός πλειστηριασμών και στη βάση εμπορικής ή αντικειμενικής αξίας, εξωδικαστική ή δικαστική επίλυση διαφορών, επίπτωση στα βιβλία και στα κεφάλαια των τραπεζών των «ειδικών οχημάτων» (SPVs) για την απορρόφηση των δανείων, μηχανισμός για «κούρεμα» δανείων. Τρία πράγματα πρέπει σίγουρα, και άμεσα, να αποφασισθούν: ένα τελικό σχέδιο δραστικής επέμβασης στα κόκκινα δάνεια με συμφωνία των τραπεζών, ένα νέο προστατευτικό πλαίσιο αποδοχής των θεσμών και η θέση του εθνικού συμφέροντος –δεν υπάρχει χώρα χωρίς οικονομία και δεν υπάρχει οικονομία χωρίς τράπεζες- μπροστά από το συγκυριακό-κομματικό. Αν δεν γίνουν αυτά τα τρία, τότε δίπλα σε μια Βουλή-κουρελού θα προστεθεί και μια οικονομία-κουρελού.

0
0
0
s2smodern
powered by social2s